Ερευνητική πρόταση: Εμφύτευση ψευδών αναμνήσεων για την αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών.
- Ανδρέας Μυλωνάς
- 25 Μαΐ 2019
- διαβάστηκε 15 λεπτά
Περίληψη
Το παρόν σύγγραμμα αποτελεί πρόταση ερευνητικού έργου για μεταπτυχιακή διατριβή με θέμα την εμφύτευση ψευδών αναμνήσεων σε μαθητές πρώτης σχολικής ηλικίας για την αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών. Γίνεται μια βιβλιογραφική ανασκόπηση κυρίως όσον αφορά στην εμφύτευση ψευδών αναμνήσεων και εν συνεχεία ορίζονται τα ερευνητικά ζητήματα, η μεθοδολογία και σχεδιασμός της έρευνας όπου περιγράφονται και τα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν. Ένα σημαντικό κεφάλαιο που ακολουθεί είναι αυτό των ζητημάτων δεοντολογίας που εγείρονται. Τέλος, παρατίθεται χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου.
Αιτιολογία
Η πρώτη φορά που διάβασα για το θέμα των ψευδών αναμνήσεων ήταν στο βιβλίο του R. J. Sternberg, «Γνωστική ψυχολογία». Το θέμα με συγκλόνισε. Πως είναι δυνατόν να κατασκευάζουμε τις αναμνήσεις μας και ακόμη περισσότερο, πως είναι δυνατό να πείθουμε τον εαυτό μας ότι αυτή η κατασκευασμένη ανάμνηση συνέβη όντως κάποτε; Και τότε συγκλονίστηκα για δεύτερη φορά όταν διάβασα ότι υπάρχει τρόπος εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων, ότι χρησιμοποιείται ευρέως και ότι έχει πράγματι αποτελέσματα (δυστυχώς πολλές φορές και … παρενέργειες). Τότε αναρωτήθηκα εάν υπήρχε κάποια έρευνα ή και εφαρμογή της εμφύτευσης αναμνήσεων στο εκπαιδευτικό πλαίσιο με σκοπό την ενίσχυση μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες. Κάπως έτσι γεννήθηκε η ιδέα της ερευνητικής αυτής πρότασης η οποία στοχεύει στο να διερευνηθεί το κατά πόσο η τεχνική της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων μπορεί να επηρεάσει την επίδοση μαθητών με δυσκολίες μάθησης.
Βιβλιογραφική ανασκόπηση
Ο άνθρωπος ως σκεπτόμενο ον έχει τη μοναδική ικανότητα να ταξιδεύει στο χρόνο με το μυαλό του, ενθυμούμενος παρελθοντικά γεγονότα. Η ικανότητα αυτή φαίνεται ότι είναι μοναδική σε όλο το βασίλειο των έμβιων όντων μιας και έρευνες έχουν δείξει ότι ακόμη και τα αποκαλούμενα ανώτερα θηλαστικά όπως χιμπαντζήδες, γορίλες κτλ. δεν έχουν τη δυνατότητα ανάκλησης παρελθοντικών εμπειριών, τουλάχιστον με τη μορφή αναμνήσεων. Τα κύρια χαρακτηριστικά του ανθρωπίνου εγκεφάλου που δίνουν τη δυνατότητα πραγματοποίησης νοητικών ταξιδιών στο χρόνο είναι η αίσθηση του υποκειμενικού χρόνου, δηλαδή η δυνατότητα διάκρισης παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, η αυτονοητική επίγνωση (ή αυτονόηση), δηλαδή η ικανότητα διάκρισης μεταξύ μνήμης, φαντασίας και πραγματικότητας και η επίγνωση του «εαυτού», δηλαδή η ικανότητα διάκρισης του εαυτού ως μοναδική, ξεχωριστή οντότητα. Τα τρία αυτά στοιχεία δίνουν την ξεχωριστή ικανότητα στο ανθρώπινο είδος να πραγματοποιεί ταξίδια στο χρόνο χρησιμοποιώντας τον εγκέφαλο του και τους μηχανισμούς μνήμης αυτού (Tulving E., 2002). Τα στοιχεία που αναφέρθηκαν αποτελούν βασικά δομικά μέρη της επεισοδιακής μνήμης, η οποία πολλές φορές αναφέρεται ακριβώς για τους λόγους που προαναφέρθηκαν και ως «αυτοβιογραφική μνήμη». Η επεισοδιακή μνήμη αποτελεί ένα από τα τρία μνημονικά συστήματα της μακροπρόθεσμης μνήμης μαζί με τη σημασιολογική και τη διαδικαστική μνήμη. (Sternberg J. R., 2003, κεφ. 5).
Πλήθος ερευνών έχει δείξει ότι άνθρωποι έχουν την τάση να παραποιούν τις αναμνήσεις τους δηλαδή την αυτοβιογραφική τους μνήμη, αυτοβούλως ή μη. Σύμφωνα με τον Bartlett (1932) ο οποίος ουσιαστικά ήταν ο πρώτος ερευνητής που μελέτησε το θέμα των ψευδών αναμνήσεων, η διαδικασία ανάκλησης από την ανθρώπινη μνήμη φαίνεται να είναι περισσότερο ζήτημα ανακατασκευής, δηλαδή μιας ενεργής διαδικασίας συναρμογής, αντικατάστασης και τροποποίησης πληροφοριών και όχι αναπαραγωγής, δηλαδή μιας απλής διαδικασίας η οποία αναπαράγει με ακρίβεια την αποθηκευμένη στη μνήμη πληροφορία. Άλλοι ερευνητές στη συνέχεια, βασιζόμενοι στην έρευνα του Bartlett, ανέδειξαν το φαινόμενο της δημιουργίας ψευδών αναμνήσεων καταρχήν με πειράματα βασισμένα σε ανάκληση λέξεων από λίστες στις οποίες δεν περιέχονταν αυτές αλλά είχαν στενή σχέση με τις λέξεις των λιστών (Deese, J. 1959) αλλά και γεγονότων τα οποία ποτέ δε συνέβησαν, αλλά πειραματικά οι ερευνητές εμφύτευσαν στη μνήμη των υποκειμένων που μετείχαν στην έρευνα (Roediger, H.L. & McDermott, K.B. 1995, Loftus, E. 1998).
Αν και υπάρχουν έρευνες που υποστηρίζουν ότι υπάρχει σύνδεση στη δεκτικότητα του ατόμου να «δέχεται» ψευδείς αναμνήσεις και στην κληρονομικότητα (Sanctis, De C., et.al. 2018), δηλαδή ότι υπάρχουν γονίδια τα οποία ευνοούν την αποδοχή των ψευδών αναμνήσεων και για αυτό διαφέρει ο κάθε άνθρωπος στην ποιότητα και την ποσότητα των κατασκευασμένων ψευδών αναμνήσεων του, εντούτοις είναι γενικά αποδεκτό ότι οι παραποιήσεις της μνήμη είναι δυνατές λόγω επτά «παραβάσεων» ή όπως χαρακτηριστικά αναφέρονται από τον Schacter, D.L. (2001) «αμαρτημάτων» της μνήμης. Τα αμαρτήματα αυτά κατηγοριοποιούνται σε δύο ομάδες. Αμαρτήματα παράλειψης και αμαρτήματα πρόσληψης (omission vs. commission sins).
Α. Στα Αμαρτήματα παράλειψης (omission sins) περιλαμβάνονται τρία αμαρτήματα που είναι υπαίτια για την πλήρη αποτυχία ανάκλησης από τη μνήμη του επιθυμητού γεγονότος, ιδέας ή δεδομένου. Αυτά είναι:
Ø Παροδικότητα (transience): Αναφέρεται στην εξασθένηση της μνήμης. Τα γεγονότα και γενικότερα οι πληροφορίες έχουν την τάση να ξεχνιούνται γρήγορα.
Ø Αφηρημάδα (absent-mindedness): Αναφέρεται σε καθημερινές διαδικασίες στις οποίες λόγω επανάληψης ή ρουτίνας δεν επικεντρωνόμαστε, με αποτέλεσμα πολλές φορές να τις ξεχνάμε. (π.χ. αν κλειδώσαμε την πόρτα φεύγοντας από το σπίτι, ότι αφήσαμε τα γυαλιά ή τα κλειδιά μας και δε θυμόμαστε που κτλ.)
Ø Ματαίωση (blocking): Αναφέρεται στην αποτυχία ανάκλησης πληροφορίας η οποία είναι μεν γνωστή σε μας αλλά για κάποιο λόγο εμποδίζεται. Χαρακτηριστικό είναι το φαινόμενο της «άκρης τη γλώσσας» όπου είμαστε σίγουροι ότι κάτι γνωρίζουμε, (πρόσωπο, γεγονός, λέξη κτλ.) αλλά δεν μπορούμε να ανακαλέσουμε.
Β. Στα Αμαρτήματα πρόσληψης (commission sins) περιλαμβάνονται τέσσερα αμαρτήματα που είναι υπαίτια για την μερική / ελλιπή ανάκληση κάποιας πληροφορίας από τη μνήμη η οποία ναι μεν υπάρχει αλλά ανακαλείται λάθος. Αυτά είναι:
Ø Λάθος απόδοση (misattribution): Αναφέρεται στην απόδοση μιας μνήμης σε λάθος πηγή. Η σύγχυση της πραγματικότητας με τη φαντασία, η απόδοση κάποιας πληροφορίας σε λάθος πηγή, (π.χ. ότι κάποιος μας είπε κάτι ενώ στην πραγματικότητα δεν μας το έχει πει ποτέ), η εσφαλμένη αίσθηση ότι κάτι έχουμε δει ή ακούσει ενώ ποτέ δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο.
Ø Επιδεικτικότητα (suggestibility): Η εσφαλμένη αίσθηση του ότι κάτι είναι πραγματικότητα μόνο και μόνο επειδή κάποιος άλλος μας το υπέβαλε / υπέδειξε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πείραμα της επίδειξης κατηγορουμένων ατόμων ως ενόχων από την αστυνομία, όπου οι μάρτυρες ή τα θύματα συμφωνούν χωρίς όμως να είναι αυτή η πραγματικότητα.
Ø Προκατάληψη (bias): Οι άνθρωποι τείνουν να είναι προκατειλημμένοι όχι μόνο σε ιδέες αλλά και σε αναμνήσεις. Αν κάποιος πιστεύει ή γνωρίζει κάτι στο παρόν, είναι πολύ πιθανό να αλλάξει τις αναμνήσεις του έτσι ώστε αυτές να συμφωνούν με τις τρέχουσες πεποιθήσεις του. Αν πχ. κάποιος έχει ψυχολογικά προβλήματα είναι πιθανόν να πιστεύει ή να θυμάται ότι και στο παρελθόν είχε αντιμετωπίσει τα ίδια η παρεμφερή προβλήματα χωρίς βεβαίως αυτό να είχε γίνει ποτέ.
Ø Επιμονή (persistence): Αναφέρεται στην τάση που έχει ο άνθρωπος να ανακαλεί ξανά και ξανά γεγονότα τα οποία, στη γενική θεώρηση της ζωής του, δεν υπήρξαν σημαντικά αλλά επιμένει να θυμάται. Πχ. Μια ερωτική απογοήτευση, μια αποτυχία σε κάποιο αγώνα κτλ.
Το φαινόμενο της δημιουργίας των ψευδών αναμνήσεων ερευνήθηκε και επεκτάθηκε στην έρευνα κατασκευής ψευδών αναμνήσεων με σκοπό την ανάδειξη μιας μεγάλης ιδέας: Ότι δηλαδή οι αναμνήσεις μας είναι περισσότερο κατασκευάσματα της φαντασίας μας παρά πραγματική ανάκληση παρελθοντικών γεγονότων ιδεών και καταστάσεων. Η Elizabeth Loftus σε πλήθος έρευνες που διεξήγαγε, (Loftus, E., et. al 1998, Laney, C. & Loftus, E. 2008, Patihis, L. & Loftus, E. 2015) τόνισε τη σημαντικότητα του γεγονότος αυτού σε ότι αφορά τις καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων αλλά και τις απωθημένες αναμνήσεις. Υποστήριξε ότι είναι δυνατή η τροποποίηση των αναμνήσεων των μαρτύρων, ασυνείδητα, με σκοπό τη χειραφέτηση τους. Έτσι, ο αυτόπτης μάρτυρας καταλήγει να πιστεύει ότι θυμάται γεγονότα τα οποία δεν έχουν πραγματικά συμβεί και τα οποία έχουν οδηγήσει ακόμη και σε (θανατική) καταδίκη αθώων ατόμων, μόνο και μόνο επειδή οι μαρτυρίες των κληθέντων αυτοπτών μαρτύρων ήταν πειστικές, με συναίσθημα και αληθινές στην τροποποιημένη μνήμη τους, χωρίς να υπήρξαν ποτέ πραγματικότητα. Και άλλοι ερευνητές συνέχισαν την έρευνα της Loftus. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κλονιστεί και να αμφισβητηθεί η όλη διαδικασία καταθέσεων των αυτοπτών μαρτύρων, ενώ μέχρι τότε θεωρείτο αδιάψευστο στοιχείο. Επιπλέον, τέθηκε το ζήτημα του κατά πόσο τραυματικές εμπειρίες που κάποιος θυμάται είναι πραγματικές ή προϊόν εμφύτευσης (Segovia, A.D., et. al. 2015). Ειδικά μάλιστα εάν πρόκειται για εξέταση παιδιού, τόσο η Loftus όσο και οι υπόλοιποι ερευνητές έδειξαν ότι θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο εμφύτευσης ψευδούς ανάμνησης (ειδικά σε περιπτώσεις κακοποίησης) διότι η μνήμη των παιδιών μπορεί εύκολα να τροποποιηθεί και δη να εμφυτευτούν ψευδείς αναμνήσεις (O’ Donohue, W., et.al. 2018).
Ένα άλλο μεγάλο ερευνητικό έργο στην κατασκευή των ψευδών αναμνήσεων αναφέρεται στο κατά πόσο αυτή ευνοείται ή όχι από τη συναισθηματική κατάσταση του ατόμου τόσο κατά την ώρα του γεγονότος όσο και κατά την ανάκληση του. (Laney, C. & Loftus, E. 2008, Porter, S. & Birt, R.A. 2011, Do Nascimento, J.M., et.al. 2016, Mirandola, C. & Toffalini, E. 2016, Van Damme, I., et.al. 2017, Zhang, W., et.al. 2017, Mirandola, C., et.al. 2017). Οι έρευνες δείχνουν ότι δυνατά συναισθήματα έχουν θετική συσχέτιση με τη δημιουργία ψευδών αναμνήσεων, κατά τη διαδικασία της ανακατασκευής τους. Μάλιστα οι έρευνες έδειξαν ότι είτε το γεγονός συνέβη πραγματικά είτε επρόκειτο για εμφύτευση ψευδούς ανάμνησης, η ένταση των συναισθημάτων κατά την ανάκληση ήταν σχεδόν ίδια. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ακόμη και εάν κάποιος υποστηρίζει με σθεναρότητα τα λεγόμενα του, ακόμη και αν είναι σίγουρος και πιστεύει ότι αυτό που λέει είναι αλήθεια, η πιθανότητα να κάνει λάθος είναι πάρα πολύ μεγάλη.
Η κατασκευή ψευδών αναμνήσεων έχει πολλές εφαρμογές όπως για παράδειγμα στη δημιουργία διαφημίσεων και τη χειραφέτηση ακροατηρίων, με σκοπό τον εξαναγκασμό στην προτίμηση αγοράς ενός προϊόντος. Οι LaTour, A.K., et.al. (2014) προτείνουν στην έρευνα τους ότι η πιθανότητα να επηρεαστεί κάποιος με τη μέθοδο της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων είναι πάρα πολύ υψηλή ακόμη και εάν πρόκειται για άτομα το οποίο ελέγχει διεξοδικά την πληροφορία που δέχεται μέσω διαφήμισης. Οι εν λόγω έρευνα πρότεινε τον όρο της «έξυπνης ψευδούς ανάμνησης» θέτοντας μια νέα διάσταση στο χώρο αυτό. Οι αναμνήσεις που εμφυτεύονται δεν είναι απλά τροποποιήσεις σε παλαιότερες αλλά αποτελούν νέες και σε βάθος αναμνήσεις με συγκεκριμένο περιεχόμενο με δομή και λεπτομέρεια. Μάλιστα οι Rajagopal, P. & Montgomery VN. (2011) προτείνουν στην έρευνα τους ότι είναι δυνατή η εμφύτευση αναμνήσεων πρότερης χρήσης κάποιου προϊόντος με θετική συσχέτιση στο παρόν για την ενίσχυση της επιθυμίας αγοράς του. Με άλλα λόγια έδειξαν ότι είναι δυνατή η εμφύτευση αναμνήσεων χρήσης προϊόντων στο παρελθόν για τα οποία ο καταναλωτής θυμάται θετικά αποτελέσματα και έτσι πείθεται στην αγορά του ιδίου προϊόντος χωρίς ουσιαστικά να το έχει χρησιμοποιήσει ποτέ.
Η έρευνα στο πεδίο της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων είναι πλούσια και συνεχίζεται λόγω ακριβώς της σοβαρότητας της (Scoboria, A., et.al. 2017). Οι αναμνήσεις μας είναι αυτές που λίγο ή πολύ μας καθορίζουν ως άτομα και προσωπικότητες και πραγματικά η ιδέα του να αυτοκαθοριζόμαστε από ψεύτικες αναμνήσεις είναι οξύμωρη διότι έτσι αυτοαναιρούμαστε. Οι ψευδείς αναμνήσεις όμως είναι μηχανισμός του εγκεφάλου ο οποίος είναι αναγκαίος για την επιβίωση μας αλλιώς θα είχε μετεξελιχθεί, αντικατασταθεί ή εκλείψει. (Brown D.S. & Reavey, P. 2017).
Αν και η βιβλιογραφία σχετικά με την εμφύτευση ψευδών αναμνήσεων είναι πλούσια όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, εντούτοις, δεν υπάρχει έρευνα που να συσχετίζει (θετικά ή αρνητικά) τη χρήση της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων στο σχολικό πλαίσιο με σκοπό την ενίσχυση της μαθησιακής αποτελεσματικότητας. Η πρόταση της παρούσας έρευνας είναι να διερευνηθεί το κατά πόσον μπορεί να υπάρξει τέτοια συσχέτιση. Η αλλαγή αυτή θα επιτελεστεί έμμεσα, μέσω της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων που θα ενισχύουν την αυτό-εικόνα και την αυτοπεποίθηση των μαθητών.
Σύμφωνα με τους Snowman, J. & McCown, R. (2012 pp. 386-387) η αυτό-εικόνα μπορεί να ορισθεί ως η προσωπική κρίση του ατόμου για την ικανότητά του σε συγκεκριμένους τομείς με συνήθως παρελθοντικό προσανατολισμό. Πχ. «πάντα ήμουν καλός στην ιστορία» ενώ η αυτοπεποίθηση μπορεί να ορισθεί ως την εμπιστοσύνη που το άτομο έχει γενικά στον εαυτό του πχ. «Μιλώ / κινούμαι / ενεργώ / αποφασίζω με αυτοπεποίθηση» ενώ σύμφωνα με τον Slavin, E. R. (2003, pp. 121-122) η αυτοεκτίμηση είναι ένα μέτρο της αξίας που αποδίδει το άτομο στις ικανότητες του και στη συμπεριφορά του. Έρευνες στο σχολικό πλαίσιο έχουν δείξει ότι η χαμηλή αυτοπεποίθηση και η αρνητική αυτό-εικόνα οδηγούν σε υψηλά επίπεδα άγχους ανατροφοδοτώντας την αρνητική εικόνα του ατόμου και οδηγώντας σε σχολική και κοινωνική αποτυχία. (Snowman, J. & McCown, R., 2012 pp. 387-388). Η ανάγκη για αυτοεκτίμηση βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο και στην πυραμίδα των ανθρωπίνων αναγκών του Maslow (Snowman, J. & McCown, R., 2012 pp. 383-386).
Ερευνητικά ερωτήματα και υποθέσεις
Σκοπός της έρευνας είναι να διερευνηθεί το κατά πόσο η τεχνική της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων στο εκπαιδευτικό πλαίσιο, μπορεί να επιφέρει αλλαγή στην επίδοση μαθητών με δυσκολίες μάθησης. Η αλλαγή αυτή όπως προαναφέρθηκε, θα επιτελεστεί έμμεσα, μέσω της εμφύτευσης ψευδών αναμνήσεων που θα ενισχύουν την αυτό-εικόνα και την αυτοπεποίθηση των μαθητών και μάλιστα ηλικίας περίπου 7 - 8 ετών. Η επιλογή αυτής της ηλικιακής κατηγορίας έγινε διότι στην ηλικία αυτή το άτομο μεταβαίνει από το προλογικό στάδιο στο στάδιο συγκεκριμένης λογικής σκέψης. Εξακολουθεί να είναι εγωκεντρικό αλλά και να επιζητά ταυτόχρονα την καταξίωση από τους συμμαθητές και φίλους του. Ακόμη, σε αυτήν την ηλικία είναι πιο εύκολο να χειρισθεί νοητικά και θεωρικά να αντιδράσει θετικά στην εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης.
Η βασική υπόθεση της έρευνας είναι ότι η εμφύτευση ψευδών αναμνήσεων θα επιφέρει θετική αλλαγή στην επίδοση του μαθητή με αποτέλεσμα καλύτερες επιδόσεις σε νοητικά έργα.
Μεθοδολογία και σχεδιασμός έρευνας
Στο παρόν κεφάλαιο συζητείται η μεθοδολογία και τα εργαλεία συλλογής δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν στην εν λόγω έρευνα. Βεβαίως, κατά την υλοποίηση της έρευνας τόσο η μεθοδολογία όσο και ο αρχικός σχεδιασμός θα ελέγχονται για την ορθότητα και την πληρότητα τους και θα γίνονται οι αναγκαίες διορθώσεις έτσι ώστε να ανταποκρίνονται σε ένα βιώσιμο πλάνο τόσο στη στοχοθεσία όσο και στο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης αυτού.
Διαδικασία της έρευνας - Εργαλεία συλλογής δεδομένων
Τα βήματα υλοποίησης της έρευνας είναι τα παρακάτω:
Θα επιλεχθεί δείγμα μαθητών της Β’ και Γ’ τάξης του δημοτικού σχολείου οι οποίοι θα αποτελέσουν τον πληθυσμό εφαρμογής της έρευνας. Η διαδικασία επιλογής δείγματος περιγράφεται σε επόμενη παράγραφο.
Εν συνεχεία οι επιλεγμένοι μαθητές θα κληθούν να εκτελέσουν δύο έργα: Το πρώτο έργο θα είναι ένα ερωτηματολόγιο που θα περιέχει γενικές ερωτήσεις γνώσεων που θα καλύπτουν το φάσμα της διδακτέας ύλης των τάξεων αυτών. Το δεύτερο έργο θα αποτελείται από υλικό που θα πρέπει να μελετήσουν σε συγκεκριμένο χρόνο και εν συνεχεία να κληθούν να απαντήσουν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις επ’ αυτού. Ο σκοπός των δύο αυτών έργων είναι να αξιολογηθεί η γνωστική ικανότητα των μαθητών πριν τη χορήγηση των προτεινόμενων από την έρευνα μνημονικών παρεμβάσεων.
Στη συνέχεια, Θα δοθούν στους μαθητές ψευδή στοιχεία σχετικά με συμμετοχή τους σε διαγωνισμούς γνώσεων που έγιναν όταν φοιτούσαν στο νηπιαγωγείο. Τα στοιχεία αυτά θα περιλαμβάνουν διπλώματα και μετάλλια τα οποία κέρδισαν, αναφέροντας 1η, 2η, 3η θέση καθώς και διπλώματα συμμετοχής για άλλη θέση. Ακόμη, με τη βοήθεια της τεχνολογίας θα ήταν δυνατή η κατασκευή φωτογραφιών με προγράμματα επεξεργασίας εικόνας οι οποίες να εικονίζουν για παράδειγμα την απονομή των μεταλλίων και βραβείων.
Οι μαθητές θα κληθούν να απαντήσουν στην εξής ερώτηση πολλαπλών επιλογών:
«Όταν πήγαινες στο νηπιαγωγείο είχες συμμετάσχει σε διαγωνισμό «σκέψης» και είχες πάρει την «…» θέση. Πόσο καλά το θυμάσαι αυτό;» Στη θέση του «…» θα αναγραφούν οι αριθμοί 1,2,3 ανάλογα με τη θέση που θέλουμε το παιδί να πιστέψει ότι είχε κατακτήσει. Οι πιθανές απαντήσεις θα είναι τρεις οι οποίες θα διατυπωθούν όπως παρακάτω:
α. ΝΑΙ ! ΤΟ ΘΥΜΑΜΑΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ !!! 😉
β. μμμ… Το θυμάμαι λίγο…😐
γ. ΩΧ! Δεν το θυμάμαι καθόλου… Συγνώμη…☹
Σύμφωνα με έρευνα των Sanchez CA, Naylor JS (2018), σχετικά με την δημιουργία ψευδών αναμνήσεων σε σχέση με την ευκρίνεια των παραστάσεων οι οποίες χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό, όσο περισσότερο τονισμένη, ευκρινής και ξεκάθαρη είναι μια παράσταση, τόσο περισσότερο ευνοείται η κατασκευή των ψευδών αναμνήσεων. Αντίθετα, όσο δυσχεραίνεται η δυνατότητα αναγνώρισης, τόσο λιγότερο ευνοείται η επιλογή της συγκεκριμένης παράσταση. Επιπλέον, στο δικό μας παράδειγμα οι πιθανές επιλογές πέραν της διαφορετικής αναγνωσιμότητας, ακολουθούνται και από ενισχυτικά/αποτρεπτικά στοιχεία (“φατσούλες”-emoticons) έτσι ώστε να προδιαθέσουν και να ενισχύσουν την πρώτη επιλογή.
Εν συνεχεία οι μαθητές θα κληθούν να περιγράψουν με δικά τους λόγια τι θυμούνται από το συγκεκριμένο διαγωνισμό. Εάν υπάρχει η δυνατότητα χρήσης φωτογραφίας της απονομής μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει την εντύπωση. Οι απαντήσεις τους θα κωδικοποιηθούν και θα βαθμολογηθούν ως εξής: Α. Πλήρης περιγραφή. Β. Μερική περιγραφή. Γ. Ελλιπής περιγραφή. Και Δ. Καμία περιγραφή.
Ενδέχεται να υπάρξει και δέσμη ερωτήσεων τύπου Likert όπου θα βαθμολογείται για παράδειγμα το πόσο έντονα θυμούνται το γεγονός, τα συναισθήματα που νιώθουν όταν μιλούν για αυτό κτλ.
Εν συνεχεία οι μαθητές που απάντησαν θετικά στην ανάμνηση του διαγωνισμού θα συμμετάσχουν σε συζήτηση μεταξύ τους για το γεγονός που «θυμούνται». Έρευνες (Saraiva, M., et.al. 2017) έχουν δείξει ότι είναι δυνατή τόσο η εμφύτευση όσο και η ενίσχυση ψευδών αναμνήσεων σε ομάδες ατόμων. Θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί η δυνατότητα παρουσίασης των αποδεικτικών στοιχείων που προαναφέρθηκαν, ομαδικά. Με αυτό τον τρόπο θα λήξει η διαδικασία εμφύτευσης των αναμνήσεων.
Οι μαθητές στη συνέχεια, θα χωριστούν σε δύο ομάδες. Η πρώτη αποτελείται από μαθητές όπου η εμφύτευση των ψευδών αναμνήσεων ήταν πλήρως επιτυχής ενώ η δεύτερη ομάδα θα αποτελείται από μαθητές όπου η εμφύτευση αναμνήσεων ήταν ανεπιτυχής. Η ομάδα αυτή θα αποτελέσει την ομάδα ελέγχου.
Εν συνεχεία θα δοθεί στους μαθητές των δύο ομάδων η εντολή να εκτελέσουν δύο έργα του ιδίου βαθμού δυσκολίας, όπως εκείνα που εκτέλεσαν στην αρχή της διαδικασίας με σκοπό να ελεγχθεί το κατά πόσο η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης επέφερε αλλαγή στην γενική γνωστική ικανότητα των μαθητών.
Όλα τα δεδομένα θα καταγραφούν για περαιτέρω επεξεργασία.
Το δείγμα της έρευνας
Η έρευνα θα διεξαχθεί κατά το σχολικό έτος 2018-2019 σε σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του νομού Ζακύνθου. Ένα ικανοποιητικό δείγμα θα αποτελείτο από 60 μαθητές κατανεμημένοι κατά φύλο (σε 30 αγόρια και 30 κορίτσια ) και κατά τάξη (30 άτομα ανά τάξη). Η επιλογή των σχολείων θα γίνει με κλήρωση και εν συνεχεία θα γίνει κλήρωση και για τους μαθητές που θα λάβουν μέρος έτσι ώστε να ικανοποιείται το κριτήριο της μεθόδου της τυχαίας δειγματοληψίας πληθυσμού.
Στην έρευνα θα γίνει προσπάθεια να πάρουν μέρος όσο το δυνατό περισσότεροι μαθητές των τάξεων Β και Γ δημοτικού από δημοτικά σχολεία του Νομού Ζακύνθου. Οι μαθητές που θα επιλεχθούν θα πρέπει να είναι το δυνατόν μαθητές με δυσκολίες στη μάθηση, όχι απαραίτητα με διάγνωση από κάποιο κέντρο ή φορέα. Αρκεί η γνώμη του διδάσκοντα εκπαιδευτικού της τάξης. Στο νομό Ζακύνθου φοιτούν μαθητές πολιτισμικά διαφορετικής καταγωγής το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί επιπλέον.
Στατιστική επεξεργασία δεδομένων
Για τη στατιστική ανάλυση και επεξεργασία των δεδομένων θα χρησιμοποιηθεί το λογισμικό υπολογιστή SPSS. Τα δεδομένα θα συλλεχθούν, θα κωδικοποιηθούν και θα αποθηκευθούν σε μια βάση δεδομένων για στατιστική επεξεργασία από το SPSS.
Θα οριστεί η μηδενική υπόθεση (Η0) ως εξής: Δε θα υπάρχει διαφορά στην επίδοση των μαθητών των ομάδων Α (δηλαδή εκείνων όπου η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης ήταν επιτυχής) και Β (δηλαδή εκείνων όπου η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης ήταν ανεπιτυχής).
Θα οριστεί η πειραματική υπόθεση (ΗΑ) ως εξής: θα υπάρχει διαφορά στην επίδοση των μαθητών των ομάδων Α (δηλαδή εκείνων όπου η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης ήταν επιτυχής) και Β (δηλαδή εκείνων όπου η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης ήταν ανεπιτυχής).
Θα χρησιμοποιηθούν στατιστικά κριτήρια έτσι ώστε να μειωθεί το ρίσκο του λάθους τύπου Ι, (δηλαδή η πιθανότητα να απορρίψουμε την Η0 ενώ είναι σωστή. Ως επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας θα οριστεί το a= 0,05.
Επιπλέον υποθέσεις και έρευνα μπορεί να οριστεί ο έλεγχος και σύγκριση της απόδοσης μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, καθώς και το ποσοστό απόδοσης ανά ηλικία και τάξη.
Τα στατιστικά εργαλεία που προτείνονται είναι τα t-ΤΕΣΤ και ANOVA 2X2 για τις των συγκρίσεις ομάδων, καθώς και τα τεστ συσχετίσεων Pearson’s και Spearman’s. Η ακριβής μεθοδολογία έρευνας θα οριστεί κατά τη φάση ανάλυσης δεδομένων όπως αυτή φαίνεται και στο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης στο τέλος της παρούσας πρότασης.
Ζητήματα δεοντολογίας
Στη διεξαγωγή της παρούσας έρευνας θα ακολουθηθούν οι οδηγίες των σχετικών με τη δεοντολογία της ψυχολογικής έρευνας οργανισμών (APA, 2018, Σταλίκας, Α., et.al., 2012 pp. 91-107). Έτσι θα υπάρξει συγκατάθεση μετά από ενημέρωση από τους γονείς / κηδεμόνες των μαθητών που θα μετέχουν στην έρευνα. Επίσης θα διασφαλισθεί η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών θα συλλεχθούν. Τα παιδιά θα ενημερωθούν για τη διαδικασία της έρευνας και θα ζητηθεί από αυτά η συγκατάθεση τους, χωρίς βεβαίως να τους αποκαλυφθεί η διαδικασία της εμφύτευσης αναμνήσεων. Εδώ τίθεται το θέμα της προσωρινής εξαπάτησης των συμμετεχόντων το οποίο πρέπει να σταθμιστεί σοβαρά έναντι στα πιθανά οφέλη που θα έχουν τόσο οι συμμετέχοντες όσο και η έρευνα γενικότερα στο συγκεκριμένο θέμα. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι δε θα προκληθεί η όποια ζημία ή βλάβη με την έννοια του ότι η εμφύτευση της ψευδούς ανάμνησης δεν θα έχει προσωρινή διάρκεια αλλά ενδέχεται τα παιδιά να μη μάθουν ποτέ την πραγματικότητα. Οι Nash, A.R. et.all (2016) αναφέρουν ότι η κοινή γνώμη είναι γενικά αντίθετη με μεθόδους θεραπείας ψευδών Αν και η μέθοδος χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες για θεραπεία κυρίως τραυματικών εμπειριών, εγείρονται εντούτοις τόσο ηθικά όσο και νομικά διλλήματα για την ευρεία χρήση της. Μπορεί για παράδειγμα η εν λόγω μέθοδος να επιλύει ψυχολογικά προβλήματα τραυματικών εμπειριών αλλά υπάρχει η άλλη άποψη η οποία αναφέρει ότι το άτομα θεραπεύεται «ξεχνώντας» το γεγονός, το οποίο τον καθιστά ανίκανο πιθανά να ασφαλιστεί ψυχολογικά και να αντιδράσει στο μέλλον με οποιοδήποτε τρόπο σε παρόμοιο γεγονός. Ας μην ξεχνάμε ότι οι αναμνήσεις, αποτελούν ισχυρό εφόδιο με το οποίο αξιολογούμε και ενεργούμε ως άτομα και ως προσωπικότητες και η διαγραφή τους χωρίς συγκατάθεση, ίσως να αποτελεί και ποινικό αδίκημα πέραν του εμφανούς ηθικού διλλήματος.
Χρονοδιάγραμμα υλοποίησης
Ακολουθεί το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης:
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ-ΕΡΓΟ
ΧΡΟΝΟΣ
Αποστολή αιτήματος στη διεύθυνση πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Ζακύνθου για διεξαγωγή έρευνας και έγκριση αυτού.
1 ΜΗΝΑΣ
Ενημέρωση σχολικών μονάδων και δήλωση ενδιαφέροντος διδασκόντων
1 ΜΗΝΑΣ
Εκπαίδευση και ενημέρωση διδασκόντων και κηδεμόνων για τη διαδικασία έρευνας.
1 ΜΗΝΑΣ
Χορήγηση τεστ, συλλογή δεδομένων.
3 ΜΗΝΕΣ
Καταχώρηση δεδομένων στο SPSS
1 ΜΗΝΑΣ
Ανάλυση δεδομένων και εξαγωγή συμπερασμάτων.
2 ΜΗΝΕΣ
Συγγραφή διατριβής.
3 ΜΗΝΕΣ
ΣΥΝΟΛΟ:
12 ΜΗΝΕΣ
Αναφορές
1. APA, (2018). http://www.apa.org/science/programs/research/index.aspx
2. Bartlett, F. C. (1932). Remembering: A study in experimental and social psychology. Cambridge, England: Cambridge University Press.
3. Brown D.S. & Reavey, P. (2017). False memories and real epistemic problems. Culture & Psychology 2017, Vol. 23(2) 171–185 DOI: 10.1177/1354067X17695764
4. Deese, J. (1959). On the prediction of occurrence of particular verbal intrusions in immediate recall. Journal of Experimental Psychology, vol. 58, No. 1, 1959
5. Do Nascimento, J.M., et.al. (2016). Emotional valence and perceived event frequency affect memory accuracy for a personally relevant life event. Applied Cognitive Psychology, 30: 1020–1029 (2016). Published online in Wiley Online Library (wileyonlinelibrary.com) DOI: 10.1002/acp.3294
6. LaTour, AK., et.al. (2014). Fuzzy trace theory and “Smart” false memories: Implications for advertising. Journal of Advertising, 43(1), 3–17 American Academy of Advertising ISSN: 0091-3367 print / 1557-7805 online DOI: 10.1080/00913367.2013.811706
7. Laney, C. & Loftus, E. (2008). Emotional content of true and false memories. MEMORY, 2008, 16 (5), 500516 DOI:10.1080/09658210802065939
8. Loftus, E., et. al (1998). Repression: A mistaken impression? Development and Psychopathology, 10 (1998), 781–792
9. Mirandola, C., et.al. (2017). Working memory affects false memory production for emotional events. COGNITION AND EMOTION, 2017 VOL. 31, NO. 1, 33–46 http://dx.doi.org/10.1080/02699931.2015.1075379
10. Mirandola, C. & Toffalini, E. (2016). Arousal-but not valence-reduces false memories at retrieval. PLoS ONE. DOI: 10.1371/journal.pone.0148716
11. Nash, A.R., et.al. (2016). Public Attitudes on the Ethics of Deceptively Planting False Memories to Motivate Healthy Behavior. Applied Cognitive Psychology, 30: 885–897 (2016). Published online 21 September 2016 in Wiley Online Library (wileyonlinelibrary.com) DOI: 10.1002/acp.3274
12. O’ Donohue, W., et.al. (2018). The frequency of false allegations of child sexual abuse: A critical review. Journal of child sexual abuse.
https://doi.org/10.1080/10538712.2018.1477224
13. Porter, S. & Birt, R.A. (2011). Is traumatic memory special? A comparison of traumatic memory characteristics with memory for other emotional life experiences. Applied Cognitive psychology. 15: S101-S117 (2011). DOI: 10.1002/acp.766
14. Patihis, L. & Loftus, E. (2015). Crashing memory 2.0: False memories in adults for an upsetting childhood event. Applied Cognitive Psychology, 30: 41–50 (2016) DOI: 10.1002/acp.3165
15. Rajagopal, P. & Montgomery VN. (2011). I imagine, I experience, I like: The false experience effect. JOURNAL OF CONSUMER RESEARCH, Inc. Vol. 38. October 2011 DOI: 10.1086/660165
16. Roediger, H.L. & McDermott, K.B. (1995). Creating false memories: Remembering words not presented in lists. Journal of Experimental Psychology: Learning, Memory, and Cognition 1995, Vol. 21, No. 4,803-814
17. Sanchez CA & Naylor JS (2018). Disfluent presentations lead to the creation of more false memories. PLoS ONE https://doi.org/10.1371/journal.pone.0191735
18. Sanctis, De C., et.al. (2018). A meta analytic approach to genes that are associated with impaired and elevated spatial memory performance. Psychiatry Research 261 (2018) 508–516
19. Saraiva, M., et.al. (2017). Production of false memories in collaborative memory tasks using the DRM paradigm. Psicológica (2017), 38, 209-229
20. Schacter, D.L. (2001). The seven sins of memory: how the mind forgets and remembers. Boston: Houghton Mifflin
21. Scoboria, A., et.al. (2017). A mega-analysis of memory reports from eight peer-reviewed false memory implantation studies MEMORY, 2017, VOL. 25, NO. 2, 146–163, http://dx.doi.org/10.1080/09658211.2016.1260747
22. Segovia, A.D., et. al. (2015). Trauma memories on trial: Is cross-examination a safeguard against distorted analogue traumatic memories? MEMORY, 2017, VOL. 25, NO. 1, 95-106 http://dx.doi.org/10.1080/09658211.2015.1126608
23. Slavin, E. R. (2003). Εκπαιδευτική Ψυχολογία. Θεωρία και Πράξη
24. Snowman, J. & McCown, R. (2012). Psychology Applied to Teaching (13th edition)
25. Sternberg, J. R. (2003). Γνωστική Ψυχολογία. Εκδόσεις Διάδραση
26. Tulving, E. (2002). Episodic memory. From mind to brain. Annual Reviews Psychology 2002. 53:1–25
27. Van Damme, I., et.al. (2017). Emotion and false memory: How goal-irrelevance can be relevant for what people remember. MEMORY, 2017 VOL. 25, NO. 2, 201–213 http://dx.doi.org/10.1080/09658211.2016.1150489
28. Zhang, W., et.al. (2017). If you 're happy and you know it: Positive Moods Reduce Age-Related Differences in False Memory.
29. Σταλίκας, Α. et, al. (2012). Τα ψυχομετρικά εργαλεία στην Ελλάδα. ΑΘΗΝΑ. Εκδόσεις Πεδίο.
コメント